Bande a parte (του J.L.Godard)

Franz panse a tout et a rien
Il ne sais pas si c’est le monde qui est en train de devenir reve
ou le reve monde

Leave a comment »

Η Θεά 6 Πόδων (του Charles Bukowski)

Είμαι σωματώδης
ίσως γι’αυτό φαίνονται πάντα
τόσο μικροκαμωμένες οι γυναίκες μου
όμως αυτη η θεά των 6 πόδων
που εμπορεύεται ακίνητα
και πίνακες
και πετά από το Τέξας
για να έρθει κοντά μου
και πετώ ίσαμε το Τέξας
για να είμαι κοντά της-
αυτή λοιπόν έχει πολύ πραγμα
για πιάσιμο
και της το
πιάνω,
την αρπάζω απ’τα μαλλιά,
παίδαρος πραγματικός,
της πιπιλάω το πάνω χείλι
το μουνί
την ψυχή
την καβαλάω και της λέω.
“Θα σε γεμίσω ασπρο ζεστό
χυμό. Δέν ήρθα
απο το Γκάλβεστον για να παίξουμε
σκάκι”.
Αργότερα, βρισκόμαστε αγκαλιασμένοι
σάν ανθρώπινο αμπέλι,
το αριστερό μου χέρι κάτω απο το προσκεφάλι της
και το δεξί μου πάνω στα πλευρά της
πιάνω τα χέρια της,
και το στήθος
η κοιλιά μου
τ’αρχίδια μου,
η ψωλή μου
τυλίγονται πάνω της
κι ανάμεσά μας
μέσα στο σκοτάδι
περνούν ακτίνες
μπρος πίσω
ώσπου ξεκολλάω και κοιμόμαστε.
Είναι άγρια,
αλλά κι ευγενική όταν το θέλει,
αυτή η θεά μου των 6 ποδών
με κάνει και γελώ
το γέλιο του σακάτη
που χρειάζεται ωστόσο
αγάπη,
και τα θεία μάτια της
χάνονται βαθιά μεσα στο κεφάλι της,
σαν ορεινές πηγές
όμορφες και δροσερές.
Με γλίτωσε
απ’όλα όσα δε βρίσκονται
κοντά μας.

Leave a comment »

Me (του Charles Bukowski)

Οι γυναίκες δεν ξέρουν ν’αγαπούν,
μου είπε.
Μόνο εσείς ξέρετε να αγαπάτε.
Οι γυναίκες απλώς θέλουν κάποιον
για να τον ξεζουμήσουν.
Το ξέρω γιατί είμαι γυναίκα.
Χάχαχα, γέλασα.
Μέ σε πειράζει που χώρισες με τη Σούζαν,
θα βρει κάποιον άλλον
να ξεζουμήσει αυτή.
Κουβεντιάσαμε λίγο ακομη
και ύστερα χαιρετηθήκαμε,
κατέβασα το ακουστικό πήγα στη χέστρα και
άρχισα να βγάζω τις μπύρες,
σκεπτόμενος, κυρίως,
πως πάει καλά που ζω ακόμη
κι εχω την ικανότητα ν’αποβάλλω
καθετί το περιτό.
Και ποιήματα.
Στο μεταξύ,
μπορώ να τα βγάλω πέρα
με την προδοσία,
τη μοναξιά,
τις παρανυχίδες,
τα χτυπήματα
και τα οικονομικά ρεπορτάζ
στις εφημερίδες.
Μ’αυτά και μ’αυτά,
σηκώθηκα,
σκουπίστηκα,
τράβηξα το καζανάκι
και σκέφτηκα:
Αλήθεια:
ξέρω
ν’αγαπώ.
Ανέβασα τα βρακιά μου και πέρασα
στο άλλο δωματιο.

Leave a comment »

Εισαι (του Charles Bukowski)

Είσαι κτήνος ειπε,
η ξασπρισμένη σου μπάκα,
τα μαλλιαρά σου πόδια.
Δέν κόβεις τα νύχια σου ποτέ και έχεις χέρια χοντρά
σαν πατούσες γάτας.
Η μύτη σου η βυσσινιά, τ’αρχίδια τα μεγαλύτερα που
έχω δεί.
Χύνεις σαν φάλαινα που ξεφυσάει απ΄την καμπούρα
της νερό.
Κτήνος, κτήνος, κτήνος.
Με φίλησε.
Τί θα φάς για πρωινό;

Leave a comment »

Annie Hall (του W.Allen)

This guy goes to the psychiatrist and says “Doc, my brother’s crazy, he thinks he is a chicken”
And the doctor says “Why don’t you turn him in?”
And the guy says “I would but i need the eggs”
Well I guess this is pretty much now how I feel about relationships
You know, they are totally irrational and crazy and absurd..
But I guess we keep going through because most of us need the eggs.

Leave a comment »

Η νύχτα με τις τρομπέτες (του Πέτρου Δελλή)

Ελιωσε μια κατσαριδα κατω απο μισο μπουκαλι βοτκα
“Shit.. it’s the most discusting thing I’ve ever done in my whole life” ειπε
Ηταν στην αγαπημενη του φαση, “lightheaded” μετα απο μισο μπουκαλι βοτκα και πεσμενος απ’τις μιζερες σκεψεις του.
Ειχε φτασει στο Detroit την ιδια μερα απ’το Odario, την αλλη ακρη του κοσμου οπως ελεγε
Θα μεινει λιγες μερες εδω στου αδερφου του το διαμερισμα σκεφτηκε, θα βρει καμια δουλεια και ολα καλα..
Εχει και κομπιουτερ εδω, ειναι ωραιο διαμερισμα, “nice piece of shit” ειχε σκεφτει. Στην πραγματικοτητα ηταν το καλυτερο διαμερισμα που ειχε μπει εδω και χρονια.
Αραξε στο κρεβατι να συνεχισει τη βοτκα του και το στοχασμο.
Straight from the bottle βοτκα, staight from the bottle στοχασμο. Ολα τα μεγαλα ζητηματα τον απασχολησαν κατα τη διαρκεια της ενασχολησης με τη stolichnaya, η Becky, η ρωσια που βγαζει βοτκες, το σημαδι του γκορμπατσωφ, μια ταινια που ειχε δει την προηγουμενη μερα, οι simpsons, και αλλα μικρα και σημαντικα οπως η γαμημενη φτωχια.
Την γουσταρε πολυ την σκυλα την becky αλλα ποτε δεν ειχε πει τιποτα.
Ηταν σιγουρος πως το’ξερε, και καμια φορα ψιλοεπαιζε κι’αυτη. Τι κι’αυτη, αυτη μονη της επαιζε, αυτος εκανε το μαλακα γιατι τα’χε η γκομενα μ’εναν τυπα απο παντα και σιγα μην γινοτανε ποτε τιποτα.
Δεν πα να γαμηθει σκεφτοταν καθε τοσο, αυτη χανει.”Like I give a shit” και κατεβαζε και μια γουλια βοτκα. Την ειχε στο μυαλο του εδω και κανα δυο χρονια ο μαλακας και καμια φορα σκεφτοταν πως θα γινει οπως στις ταινιες, στο τελος θα καταλαβει τι φοβερος αντρας ειναι και θα τα φτιαξουν και θα παντρευτουνε, “the whole shebang” οπως ελεγε. Ναι καλα.
Αααχ η υπεροχη μουσικη.. Ηταν μαλακας αλλα τουλαχιστον ακουγε ωραια μουσικη
Αναμεσα σε γκορμπατσωφ και σινεμα εβαλε ενα σαουντρακ σε στυλ ροκ 70’s με αγνωστα τραγουδακια και ελιωσε στην καρεκλα μπροστα απ’το pc.Η βοτκα τελειωνε δυστυχως
“If I finish this bottle I’ll have to go to sleep.God damn it..”
Καθως τελειωνε η βοτκα, κοντευε να τον παρει ο υπνος στην καρεκλα στο κομπιουτερ, σκεφτοταν την αυριανη μερα, πως πρεπει να παρει εφημεριδα για δουλεια, να κανει καμια βολτα να μαθει τα καλα μερη, εδω γυρω, για βολτες και ποτα. Ο μαλακας ο αδερφος του δεν του’χε πει τιποτα, και σγα μην ηξερε, “With the fuckin’ suit and the fuckin’ “Partners” like he knows any good place.. With the fuckin’ girlfriends from the 80’s” Το διαμερισμα του δεν τον χαλαγε ομως.
Ηθελε να βγει καμια βολτα να ξυπνησει, στην πραγματικοτητα ηθελε να βρει κανα μπαρακι να συνεχισει τις βοτκες του και να δει καινουρια προσωπα. Ηθελε να γνωρισει μεθυσμενους 40ρηδες και μεθυσμενες γκομενες, να χορεψει Love is the drag με αγνωστους, δεν υπαρχει πιο ωραιο πραγμα στη ζωη απ’το να χορευεις με αγνωστους.. Να χορευεις και να τραγουδας τους στοιχους, να χορευεις και να ζαλιζεσαι, να’σαι ευτυχισμενος για μερικες στιγμες. Ψηνοταν να παει στο Damian’s,  ηταν το μοναδικο μαγαζι που ηξερε, που ειχε ακουσει μαλλον, εδω.
5 δαχτυλα βοτκα, και μερικα τραγουδια για να τελειωσει ο δισκος, το διλλημα μεγαλωνε, “What should I do?” καθε γουλια τον εφερνε πιο κοντα στη λυση, το ενιωθε, δεν ηξερε ποια ηταν ομως..
Του σκανε ξαφνικα εικονες στο μυαλο, παλιες του φιλες, η Veronica απ’το κολεγιο, η Mary ενα γκομενακι που’βγαινε για μερικους μηνες. Στην πραγματικοτητα αγπιόντουσαν αλλα δεν το’χε παραδεχτει ποτε στους φιλους του.
Εκεινο το βρααδυ ανακαλυψε τους Roxy Music. Ξανακουσε ενα δισκο τους και γουσταρε τοσο πολυ. Πλησιάζοντας το τελος του μπουκαλιου αρχισε να νοιωθει τη ζαλαδα, Να νοιωθει και παλι το καψιμο στο λαιμο μετα απ’τη μεγαλη γουλια. Σκεφτηκε τη φιλη του την Lia που αφησε πισω στο Odario, που δεν επεινε. Σκεφτηκε τι χανει.. Ηταν πολυ περιεργη κοπελα, βγαιναν μερικες βδομαδες και σε κλαποιες φασεις φαινοταν η πιο ενδιαφερουσα κποελα που εχει γνωρισει ποτε. Φαινοταν σαν τραουδι. Σαν απο αυτες τις κοπελες που περιγραφουν στα τραγουδια. Απ’αυτες που τη μια τις μισεις γιατι ειναι σουπερ περιεργες και δεν τις καταλαβαινεις, και την αλλη νοιωθεις οτι τις θες πιο πολυ κι απο μια κρεπα ενα κρυο ξημερωμα μετα απο πολυ πιωμα και χορο.Ηταν σουπερ περιεργη σκεφτηκε, πιο περιεργη κι απο μεθυσμενο παππου, κια απο αδειο μπουκαλι.
Αρχισε να μουδιαζει απ’την βοτκα και να στραβοκαταπινει.
Ειμαι στο οριο σκεφτηκε. Στις επομενες γουλιες θα ξερασω σκεφτηκε. “Shit I’m gonna puke in my brotghers apartment” σκεφτηκε, και ξενερωσε λιγο, γιατι δεν ητγαν εδω ουτε 10 ωρες.
Οι Roxy Music φταινε, αυτοι με παρασερνουν.
Ειναι σαν να’χε βγει ο brian ferry εδω και να μου μιλαει μες τη μουρη μου. Αυτος φταιει.Σε μενα τα λεει. “I gotta take a leack……..”
Κοιταξε τον εαυτο του στον καθρευτη καθως κατουραγε, του φανηκε τοσο ασχημος, σαν καρικατουρα. Και αυτο το μπανιο ειναι ροζ. Γιατι να βαλει κανεις ροζ πλακακια στο μπανιο του, “I’ts like it’s made in the 30’s “ σκεφτηκε.
Οχι φλωρικα τραγουδια, οχι φλωρικα! Μια μαλακια παιζει, αφου ηταν τοσο ωραια γιατι γαμιεται αυτη η συλλογη?..
ΑΑΑΑΑΑ Virginia Plain ωρα να ξυπνησουμε τους γειτονες..
Make me a deal and make it straight
All signed and sealed, i´ll take it
To robert e. lee i´ll show it
I hope and pray he don´t blow it ´cause
We´ve been around a long time just try try try tryin´ to
Make the big time…
Take me on a roller coaster
Take me for an airplane ride
Take me for a six days wonder but don´t you
Don´t you throw my pride aside besides
What´s real and make believe
Baby jane´s in acapulco we are flyin´ down to rio

Throw me a line i´m sinking fast
Clutching at straws can´t make it
Havana sound we´re trying hard edge the hipster jiving
Last picture shows down the drive-in
You´re so sheer you´re so chic
Teenage rebel of the week
Flavours of the mountain steamline
Midnight blue casino floors
Dance the cha-cha through till sunrise
Open up exclusive doors oh wow!
Just like flamingos look the same
So me and you, just we two got to search for something new
Far beyond the pale horizon
Some place near the desert strand
Where my studebaker takes me
That´s where i´ll make my stand but wait
Can´t you see that holzer mane?
What´s her name virginia plain

Ναι ηταν πολυ μεθυσμενος

Leave a comment »

Spirit (του Mike Scott)

Man gets tired
Spirit don’t
Man surrenders
Spirit won’t
Man crawls
Spirit flies
Spirit lives
When man dies

Man seems
Spirit is
Man dreams
The spirit lives
Man is tethered
Spirit free
What spirit
Is man can be

Leave a comment »

Το παιχνιδι της onlyhardfeelings.wordpress.com

Η γνωστή φράση της onlyhardfeelings: “Μόνο οι ρηχοί άνθρωποι γνωρίζουν τον εαυτό τους”
Τι εννοει ο ποιητής; Οτι οι ρηχοί είναι τόσο συμβατικοί και μονόπλευροι που δεν δύναται να πρωτοτυπίσουν, να κάνουν κατι έξω απο τις συνήθειες τους; Οτι δεν καταπλήσουν τους εαυτούς τους και τους ανθρώπους γύρω τους μιας και η “ρηχή” προσωπικότητα τους τους εγκλωβίζει σε μια συνηθισμένη ζωή χωρίς δημιουργικότητα και αυθορμητισμό;
Άν εννοεί αυτό τότε θα συμφωνήσω. Οι ρηχοι γνωρίζουν τον εαυτό τους γιατί γνωριζουν τα όρια της πνευματικότητας τους. Γνωρίζουν εκ των προτέρων τις αντιδράσεις τους και τις κινήσεις τους.
Ένας πνευματικός άνθρωπος, διανοούμενος, έχει πάθη τα οποία τον όριζουν και ως ένα σημείο τον ελέγχουν. Αρα δεν μπορεί ποτέ να ξέρει ποιός πραγματικα είναι μιας και οι πράξεις του, που καθορίζουν ποιος ειναι, καθοδηγούνται εν μέρη απο τα πάθη του.
Αν απ’την άλλη συνδέσουμε το γνώσθι εαυτόν με τη συνείδηση του τί θες απ’τη ζωή, τότε κάθε άλλο. Δεν μπορώ να φανταστώ εναν ρηχό άνθρωπο συνειδητοποιημένο και αποφασισμένο. Ακομα και οι στόχοι του θα είναι ταπεινοί και ματαιόδοξοι.

Η άγνωστη φράση της: “Αγάπη είναι να μην πείς ποτέ συγνώμη”. Όποιος έχει ποτέ αγαπήσει καταλαβαίνει πόσο άστοχο έιναι το απόφθεγμα…
Αγάπη είναι να ζητάς συγνώμη και να λυτρώνεσαι.
Αγάπη είναι να συγχωρείς.

Η δική μου γνωστη φράση που θέλω να σχολιαστεί είναι η εξής : “Among the maxims on Lord Naoshinge’s wall there was this one: “Matters of great cocern should be treated lightly”. Master Ittei commented “Matters of small concern should be treated seriously”. ”

Και η αγνωστη (γραμμενη απο Αγνωστο, οχι απο ‘μενα) “Ζωή χωρις αγάπη ειναι σαν μια χρονιά χωρις καλοκαίρι”

Leave a comment »

Big Joe and Phantom 309 (by Red Shorewine)

Well you see, I happend to be back on the east coast a few years back, trying to make me a buck, like everybody else. Well you know times get hard and well I got down on my luck and I got tired of just roamin’ and bummin’ around, so I started thumbin’ my way back to my ol’ hometown. You know I made quite a few miles in the first couple of days, and I figured I’d be home in a week if my luck held out this way. But you know it was the third night I got stranded, it was out at a cold lonely crossroads, and as the rain came pouring down, I was hungry, tired, freezin’, caught myself a chill.. But it was just about that time that the lights of an old semi toped the hill, you should’ve seen me smile when I heard them air brakes come on. And I climbed up in that cab where i knew it’d be warm, at the wheel, well at the wheel sat a big man I’d have to say he must’ve weighted 210. The way he stuck out a big hand and said with a grin «Big Joe’s the name and this is Phantom 309». Well I asked him why he called his rig such a name, but he justed turned to me and said «Why son don’t you know this here rig’ll be puttin’ ’em all ta shame, why there ain’t no driver on this or any other line for that matter that’s seen nothin’ but the tailights of Big Joe and Phantom 309»

So we road and talked the better part of the night and I told my stories and Joe told his, and I smoked up all his Viceroys as we rolled along he pushed her ahead with ten forward gears, man that dashboard was lit like the old Madam LaRue pinball, a serious semi truck. Untill almost mysteriously, well it was the lights of a truck stop that rolled into sight, Joe turned to me and said «I’m sorry son, but I’m affraid this is just as far as you go . You see I kinda gotta be makin’ a turn just up the road a piece» , but I’ll be damned if he didn’t throw me a dime as he threw her in low and said «Go in there son and get yourself a hot cup of coffee on Big Joe». And Joe and his rig pulled off into the night, man in nothing flat they was clean out of sight. So I walked into the old stop and ordered my a cup of mud sayin’ «Big Joe’s settin’ his dude up» but it got so deathly quiet in that place, you could’ve heard a pin drop as the waiters face turned kinda pale, I said » What’s the matter did I say something wrong?» I kinda said with a half way grin. He said «No son, it’ll happen every now and then. You see every driver here knows Big Joe, but let me tell you what happened just 10 years ago. Yeah it was ten years ago out there at that cold lonely crossroads where you flagged Joe down, and there was a whole bus load of kids and they where just coming of school and they where right in the middle when Joe topped the hill, and could have been slaughtered except Joe turned his wheels, and he jackknifed, and went into a skid, and folks around here say he gave his life to save that bunch of kids. And out there at that cold lonely crossroads, well they say it was the end of the line for Big Joe and Phantom 309. But it’s funny you know, cause every now and then, yeah every now and then, when the moon’s holdin’ water, they say old Joe will stop and give you a ride, and just like you, some hitchhiker will be comin’ by. «So here son» he said to me «get yourself another cup of coffee, it’s on the house, you see I want you to hang on to that dime, yeah you hang on to that dime as a kind of souvenir of Big Joe and Phantom 309»

Leave a comment »

«Δύο ζωές» (του Νικόλα Κόκκινου)

Έκατσα στον μεγάλο βράχο σχεδόν πάνω στη θάλασσα, είναι η αγαπημένη μου στιγμή της ημέρας.Μπροστά μου στο βάθος ο ήλιος δύει πάνω στη θάλασσα, όλα αυτά τα χρώματα.. Απ’την πρώτη μέρα σχεδον που ήρθα στο νησί κάθε απόγευμά το βγάζω εδώ. Έρχομαι λίγο πριν τη δύση και κάθομαι στον μεγάλο βράχο που ξεκινάει απο την παραλία και φτανει 2 μέτρα περίπου μέσα στη θάλασσα. Καμιά φορά φέρνω και καμια μπύρα.

Έχει πάντα δροσιά τέτοια ώρα, ειναι ακόμα Ιούνιος, και συνήθως ένα απαλό αεράκι γλυστράει πάνω στη θάλασσα και σε συναντάει αν κάθεσαι κοντά στην παραλία. Άν και η δουλειά τελειώνει νωρίς, δε νοιώθω ξεκούραστος παραμόνο πάνω στον βράχο, απέναντι απ’τον ήλιο. Τότε είναι που το μυαλό μου ηρεμεί. Γυρνάω για μιά στιγμή χρόνια πίσω και σκέφτομαι πώς ήταν όταν ήμουν παιδί. Οι εικόνες απ’το παρελθόν μου μένουν αλλού και το μόνο που σκέφτομαι είναι τί θα κάνω το βραδάκι, θα πάω για νυχτερινό μπάνιο στις Πίσω Παραλίες, ή θ’ανέβω στις σπηλιές ν’αράξω μοναχός μου; Άλλες φορές κάθομαι εδώ με τις ώρες ή ξαπλώνω στην παραλία μέχρι να κρυώσω ή να μην έχω τιποτε άλλο να κάνω. Σήμερα θα πάω στις σπηλιές.

Το νησί είναι σαν ένας μακρόστενος λόφος που σε κάποιο σημείο χωρίζεται στα δύο. Το ένα πόδι χαμηλώνει γρήγορα και εκατό περίπου μέτρα πρίν την ακτή έχει φτάσει σχεδόν το επίπεδο της θάλασσας. Το άλλο πόδι διατηρεί το ύψος του λόφου – 20, 30 μέτρα – μέχρις οτου συναντήσει το νερό. Εκεί κόβεται απότομα. Στην κορυφή του ο αέρας που φέρνει η θάλασσα έχει σκαλίσει με τους αιώνες τους βράχους και έχει φτιάξει τις μικρές αυτές σπηλιές. Απο τις σπηλιές βλέπω όλο το χωριό. Έχει νυχτώσει αρκετά και τα σπίτια εχουν ανάψει τα φώτα τους. Το χωριο ξεκινάει απο εκεί που χαμηλώνει το μικρό πόδι και τα εκατό περίπου σπιτια απλώνονται τα περισσότερα προς τα μέσα, ανάμεσα στα δύο πόδια, ενω τα υπόλοιπα συνεχίζουν νοητά την κορυφή του λόφου προς τη θάλασσα. Εκεί οπου σταματάνε αυτά ξεκινάει το μικρό λιμανάκι.

Τη μέρα φαίνονται στο βάθος εγκαταλελειμμένες παράγκες και μισογκρεμισμένα πέτρινα σπιτάκια. Πρίν απο 100 περίπου χρόνια ένας μεγάλος σεισμός γκρέμισε τα περισσότερα σπίτια, που τοτε ήταν απλωμένα σ’όλο το νησί. Κάποιοι μάλιστα σκοτωθηκαν. Έπειτα πολλοί έφυγαν απ΄το νησί. Αυτοί που έμειναν μαζεύτηκαν κοντά στη θάλασσα, στο λιμανάκι, και έφτιαξαν εκεί τα σπίτια τους, δίπλα στα σπίτια των λιγοστών ψαράδων. Οι άνθρωποι που ζούνε τώρα στο νησί είναι εδώ όλη τους τη ζωή. Κάποιοι είχαν παππούδες που ‘ζήσαν τον σεισμό.

Είναι πολύ καλοί άνθρωποι όλοι τους. Με δέχτηκαν αμέσως και χωρίς να ρωτήσουν πολλά πολλά.Έφτασα’δώ πρίν απο τρείς μήνες και τους ζήτησα δουλειά και ένα δωμάτιο να μείνω. Ήταν τόσο πρόθυμοι να με βοηθήσουν που σχεδόν ένοιωσα άσχημα. Απ’οτι μου’πε κάποιος αργότερα φαινόμουν πολύ άσχημα και δεν τους πήγαινε καρδιά να μ’αφήσουν έτσι. Απο τότε δουλεύω στο λιμάνι, βοηθάω τους ψαράδες όποτε το χρειάζονται. Καμιά φορά στο ξεφόρτωμα της ψαριάς αν είναι κανας γέρος, άλλοτε με τα δίχτυα, καθε μέρα όλο και κάτι θα βρεθεί.

Πόσο πιο απλοί είναι οι άνθρωποι, και η ζωή γενικότερα εδω..

‘Οταν πριν απο τέσσερις μήνες έχασα τους δικούς μου συνειδητοποίησα πως μένω σε μια πόλη που σιχαίνομαι και ζώ μια ζωη που δεν εχει και πολύ νόημα. Και για 20 χρόνια ποτέ δεν είχε, ίσως μονο όταν ήμουν παιδί. Έφυγα ένα βράδυ και πήγα στο λιμάνι. Ξημερώματα αποφάσισα και μπήκα σ’ένα πλοίο. Στο τρίτο νησι που έδεσε το πλοίο κατέβηκα. Μια βδομάδα μετα είχα φύγει. Ο κόσμος με κοίταζε με μισό μάτι- τί δουλειά έχει ένας άγνωστος εδώ μεσ’το χειμώνα; Μερικές μέρες αργότερα, ξημερώματα, έφτασα εδώ που είμαι τώρα. Καμιά φορά ετσι οπως κοιτάω απ’το βράχο το λιμάνι θυμάμαι την πρώτη φορά που πάτησα το πόδι μου στην προβλήτα. Κι αμα κλείνω τα μάτια μου βλέπω τα χρώματα απο εκείνο το πρωινό. Είναι η πιο ζωντανή ανάμνηση απ’όλη μου τη ζωή. Χαμένος στο μέρος που ήξερα καλύτερα κι απ’την παλάμη μου, πήρα τους δρόμους για να βρώ το σπίτι μου.

Leave a comment »